
Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος- Καμένων Βούρλων (Κτήτορ ο Όσιος Νικήτας ο Θηβαίος)
Βρίσκεται σε απόσταση 4 χιλιομέτρων από τα Καμμένα Βούρλα σε υψόμετρο 310 μέτρων μέσα σε πυκνή καταπράσινη βλάστηση και με καταπληκτική θέα προς τον Μαλιακό κόλπο.
Το μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος είναι επίσης γνωστό στην ευρύτερη περιοχή και με διάφορες άλλες ονομασίας – παραλλαγές όπως «Μοναστήρι της Καρυάς», της «Αγίας» ή απλά «Αγία Σωτήρα».
Η αρχική ίδρυση της Μονής πρέπει να έγινε περίπου τον 7ο μ.Χ. αιώνα χωρίς αυτό όμως να θεμελιώνεται και επιστημονικά, σήμερα.
Το καθολικό της Μονής ανάγεται στον 11ο με 12ο αιώνα και αρχικά ήταν ρυθμού Βασιλικής με τρούλλο τον οποίο κατέστρεψε με κανονιοβολισμό Τούρκος αξιωματούχος και η κατάρρευση της οροφής το 1600 περίπου οδήγησε στην επισκευή του Καθολικού, σε σαμαροσκεπή τρίκλιτη βασιλική.

Το καθολικό είναι τρίκλιτη καμαροσκεπής βασιλική με νάρθηκα και τρεις ημιεξαγωνικές κόγχες στην ανατολική πλευρά οι παραστάδες που προβάλλουν στο εσωτερικό του Ναού από τους πλάγιους τοίχους με απόσταση μεταξύ τους 2,60 μέτρα δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο ναός ήταν αρχικώς σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο και μάλιστα ημισύνθετος τετρακιόνιος.
Από τις διαφορές που υπάρχουν στην τοιχοποιία του Καθολικού προκύπτει ότι αυτό γνώρισε αρκετά συχνές επισκευές καθώς όμως και τροποποιήσεις.
Η τοιχοδομία της αρχικής φάσης ακολουθεί το πλινθοπερίκλειστο σύστημα με τους μεγάλους σταυρούς σε κανονικές αποστάσεις και ανάγεται πιθανότατα κατά τον 11ο ή και τον 12ο αιώνα και το μεγάλο λίθινο σταυροθόλιο με τις νευρώσεις που καλύπτει τον κεντρικό χώρο του νάρθηκα ανήκει προφανώς σε μια οψιμότερη επισκευή.
Για την τοιχοδομία της Μονής του Σωτήρος έχουν χρησιμοποιηθεί λίθοι αρκετά μεγάλων διαστάσεων από ορισμένα κτίσματα παλαιοτέρων χρόνων του 5ου ή και 4ου π.Χ. αιώνος ενώ ακόμη, διάφορα άλλα θραύσματα από αρχαίες κολώνες καθώς και άλλα κτίσματα, βρίσκονται συγκεντρωμένα στα νότια του καθολικού της Μονής.
Στο εσωτερικό προαύλειο της Μονής, υπάρχουν ορισμένα θραύσματα μαρμάρινων αρχιτεκτονικών μελών, τα περισσότερα από τα οποία ανήκουν στη βυζαντινή περίοδο και πρέπει να συνδέονται μάλλον με την αρχική φάση του κτίσματος ενώ οι παραστάδες που προβάλλουν στο εσωτερικό του Ναού από τους πλάγιους τοίχους με απόσταση μεταξύ τους 2,60 μέτρα δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο ναός ήταν αρχικώς σταυροειδής εγγεγραμμένος με τρούλο και μάλιστα ημισύνθετος τετρακιόνιος.
Το 1725 ή 1736 έως και το 1757 έγινε η μέχρι και σήμερα αγιογράφηση του Καθολικού, από άγνωστο αγιογράφο όμως, πριν από αυτή την αγιογράφηση, υπήρχε άλλη που καταστράφηκε ή ακόμη και να επισκεπάστηκε.
Η αγιογράφηση που διασώζεται στο Καθολικό, δυστυχώς έχει υποστεί με το πέρασμα των αιώνων, αρκετές φθορές και αλλοιώσεις.

Επάνω από την είσοδο του Καθολικού της Μονής υπάρχει η εξής επιγραφή που αφορά την ιστόρηση των τοιχογραφιών: «ΑΝΙΣΤΟΡΗΘΗ Ο ΘΕΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΕΣΤΑΤΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΝΔΕΝΙΤΣΗΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΥ ΤΟΥΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΕΝ ΕΤΕΙ ΑΨΝΖ (1757) ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 15»
Κτίτορας της Μονής είναι ο Όσιος Νικήτας ο Θηβαίος, ο οποίος ανοικοδόμησε το καθολικό και ασκήτεψε σε ένα σπηλαιώδες κογχάριο, πάνω από την Μονή το οποίο ασκηταριό υπάρχει μέχρι και σήμερα.
Η Μονή διετέλεσε Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική μέχρι την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, και αυτό το μαρτυρούν επτά Πατριαρχικά Σιγίλια.
Η Μονή είδε μεγάλη άνθηση, πρώτα από τον μεγάλο αριθμό των πατέρων, αφού πέρασε τους 100 στον αριθμό και με μια τεράστια κτηματική περιουσία, την οποία μαρτυρούν τα Πατριαρχικά αυτά Σιγίλια, όμως κατά τους χρόνους της ελληνικής επανάστασης του 1821, το μοναστήρι δυστυχώς καταστράφηκε, οι μοναχοί του αποδεκατίστηκαν και όλη η κινητή και ακίνητη περιουσία του καταπατήθηκε.
Αυτό ήταν αφορμή η Μονή να ερημωθεί, για 150 χρόνια μέχρι το 1965, όπου με πρώτο οικιστή τον π. Συνέσιο Κουτσομπέλη ξαναπέρνει ζωή και το 1975 επί ηγουμενίας π. Αρχίππου Μιχελή, υπογράφηκε το προεδρικό διάταγμα για την επανασύστασή της.
