«ΕΓΩ ΕΙΜΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ» (Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ 15ΧΡΟΝΟ ΑΓΙΟ ΠΑΪΣΙΟ)
[-ΣΑΒΒΑΤΟ 30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ: ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΡΙΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΩΝ ΜΑΣ ΣΤΗΝ «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΚΑΤΑΦΥΓΗ»:
-ΩΡΑ 4.00 μ.μ. ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ 3η ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΕΩΣ 1η ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ.
-ΩΡΑ 4.00 μ.μ. ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΑΠΟ 2α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΛΥΚΕΙΟΥ.
-ΩΡΑ 5.30 μ.μ. ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ-ΠΡΩΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ.
(ΜΕ ΤΑ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ)]
Όταν ο Αρσένιος ήταν δεκαπέντε ετών, ο μεγάλος αδελφός του ανησυχούσε γι’ αυτόν μήπως αρρωστήσει από την υπερβολική νηστεία.
Τότε ένας γείτονας ονόματι Κώστας του είπε: «Μη στενοχωριέσαι, θα τον κάνω εγώ να αλλάξει μυαλό, να πετάξει μόνος του τα βιβλία που διαβάζει και να αφήσει τις προσευχές και τις νηστείες». Μια μέρα λοιπόν που συνάντησε τον Αρσένιο, άρχισε να του μιλάει για την θεωρία του Δαρβίνου. Του είπε ωστόσο ότι ο Χριστός ήταν σίγουρα ένας καλός άνθρωπος. Του είπε και πολλά άλλα, ώσπου τον ζάλισε. Και ζαλισμένος όπως ήταν ο Αρσένιος, έτρεξε στο καταφύγιό του, το Εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας.
Εκεί άρχισε να κάνει μετάνοιες και να παρακαλεί τον Χριστό με όλη την δύναμη της ψυχής του και με παιδική απλότητα, λέγοντας: «Χριστέ μου, αν υπάρχεις, να μου παρουσιαθείς». Για πολλή ώρα έκανε συνέχεια μετάνοιες και, καθώς ήταν καλοκαίρι, είχε γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα. Είχε αποκάμει τελείως, αλλά τίποτε δεν του παρουσιάσθηκε, κανένα σημάδι.
Έτσι αποκαμωμένος κάθησε λίγο κάτω και τότε σκέφθηκε: «Καλά, όταν ρώτησα τον Κώστα τι γνώμη έχει εκείνος για τον Χριστό, τι μου είπε; «Ήταν ο πιο καλός, ο πιο δίκαιος άνθρωπος, και, επειδή κήρυττε δικαιοσύνη, θίχτηκαν τα συμφέροντα των Φαρισαίων και Τον σταύρωσαν από φθόνο». Αφού λοιπόν ο Χριστός ήταν τόσο καλός άνθρωπος, τόσο δίκαιος, και δεν είχε παρουσιασθεί ποτέ άλλος όμοιός Του, και οι άλλοι από φθόνο και κακία Τον θανάτωσαν, αξίζει γι’ Αυτόν τον άνθρωπο να κάνω περισσότερα από όσα έκανα, ακόμη και να πεθάνω. Δεν θέλω ούτε Παράδεισο. Τίποτε δεν θέλω».
Μόλις έβαλε αυτόν τον φιλότιμο λογισμό, του εμφανίσθηκε ο Χριστός μέσα σε πολύ φως -έλαμψε το Εκκλησάκι- και του είπε: «Εγώ ειμί η Ανάστασις και η Ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, αν αποθάνη, ζήσεται». Τα λόγια αυτά τα διάβαζε και στο ανοιχτό Ευαγγέλιο που κρατούσε ο Χριστός στα χέρια Του. Άναψε τότε στην καρδιά του η γλυκειά φλόγα της αγάπης του Χριστού, η οποία του έφερε τέτοια πνευματική αλλοίωση, που έλεγε συνέχεια: «Έλα τώρα Κώστα, να τα πούμε, αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός».
Από το βιβλίο: «Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης» Ι. Η. Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος