Η προσευχές του Αγίου Ιωακείμ και της Αγίας Άννης για την ατεκνία
-Αγίου Ταρασίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
…Ο Ιωακείμ ήταν πλούσιος και δίκαιος μέσα στις δώδεκα φυλές του Ισραήλ και πρόσφερε τα δώρα του στον Θεό. Επειδή δεν είχε παιδιά και ήταν άτεκνος οι ιερείς του ναού του Κυρίου δεν τα δέχονταν λέγοντας• «Δεν σου επιτρέπεται να τα προσφέρεις αυτά στον Θεό, γιατί ανάμεσα στους Ισραηλίτες δεν απόκτησες απογόνους». Κατέβηκε από το ναό σκυθρωπός και γεμάτος λύπη. Αφού ανέβηκε στο όρος, ολομόναχος ενώπιον του Θεού, προσευχόταν με συντριμμένη καρδιά και πονεμένη ψυχή, λέγοντας με δυνατή φωνή: «Εσύ, Κύριε, που γνωρίζεις τα βάθη της καρδιάς, ο δημιουργός των ορατών και αοράτων, που άπλωσες από τη μία άκρη του ορίζοντα έως την άλλη τον ουρανό σαν δερμάτινη σκηνή. Εσύ που διέταξες τον ήλιο να φωτίζει όλη την ημέρα και τη σελήνη και τα άστρα τη νυκτά. Εσύ, που πρόσταξες τα σύννεφα να δίνουν βροχή και που κατευθύνεις την κίνηση των ανέμων. Εσύ που με την άμμο έβαλες όρια στη θάλασσα και την γέμισες με κάθε είδος ψαριών και τη στεριά με άλογα ζώα, θηρία και πτηνά, τα οποία τρέφεις με τη θέληση και το πρόσταγμά σου. Εσύ που φυτρώνεις στη γη το χορτάρι και ομόρφηνες κάθε δένδρο με ξεχωριστό τρόπο, άκουσέ με Εύσπλαχνε, και δώρησέ μου τέκνο, χάρισε μου κληρονόμο, για να σιωπήσουν τα δόλια χείλη, που κατηγορούν τον δίκαιο και με υπερηφάνεια τον ταπεινώνουν».
Αυτή ήταν η προσευχή του δίκαιου• αυτές ήταν οι παρακλήσεις του προπάτορα• τέτοιοι ήταν οι στεναγμοί της πονεμένης ψυχής του Ιωακείμ.
Η Άννα τι έκανε; Γιατί αξίζει να θυμηθούμε και τα δικά της λόγια. Αρμονικά έζησε με τον άνδρα της από τη νεανική ηλικία και αφού έφθασε στα γηρατειά παρέμεινε όλα τα χρόνια της στείρα. Και όλοι ήξεραν ότι ήταν άτεκνη. Βλέποντας λοιπόν την αναχώρηση του συζύγου της στο όρος, επειδή αγαπούσε την ησυχία, μέσα στον κήπο της, με παρακλητικές προσευχές φωνάζοντας τον Πλάστη και Δημιουργό, έλεγε: « Ω Κύριε των Δυνάμεων, ο καθήμενος επί των Χερουβίμ και δοξαζόμενος από τα Σεραφίμ• που περιστοιχίζεσαι από αμέτρητο πλήθος αγγέλων, που σε δοξολογούν και σε προσκυνούν. Εσύ που έπλασες με το χέρι σου τον Αδάμ, του έδωσες τη ζωή με το πρόσταγμά σου και από την πλευρά του δημιούργησες τη γυναίκα• με τη σοφή σου απόφαση του την έδωσες ως βοηθόν όμοια με αυτόν και ένωσες τους δύο σε ένα λέγοντας «έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν». Εσύ που στον Αβραάμ, τον υπηρέτη σου και πατριάρχη, δώρησες υιό τον Ισαάκ, ενώ βρισκόταν σε βαθειά γηρατειά και η Σάρρα ήταν στείρα και τον έκανες πατέρα πολλών εθνών. Εσύ που χάρισες στη συνώνυμη και συμπατριώτισσά μου Άννα το εξαιρετικό και ιερό παιδί, τον Σαμουήλ, δώρο δικό σου, αποτέλεσμα προσευχής και νίκη κατά του ψεύδους και του μίσους. Κοίταξε, Ύψιστε, από το ουρανό, την αγία κατοικία σου, και αξίωσέ με να γίνω μητέρα• διώξε τη λύπη της στειρώσεως και λύσε τα δεσμά της ατεκνίας μου, ώστε αυτό που θα γεννηθεί από τη δούλη σου, αρσενικό η θηλυκό, να το προσφέρω ως δώρο, ως ευωδιαστό θυμίαμα, ως καθαρή και πολύτιμη προσφορά, ως ιερό αφιέρωμα, ως θεία κατοικία, ως πρωτότοκο αμνό, ως νέον Ισαάκ.
Ενώ έτσι και οι δύο παρακαλούσαν, εμφανίσθηκε σ’ αυτούς Άγγελος Κυρίου φέρνοντας τη χαρούμενη είδηση της γεννήσεως της Παναγίας λέγοντας: «Άκουσε ο Ύψιστος τη δέησή σας και σε λίγο καιρό θα αποκτήσετε θυγατέρα, που θα την μακαρίζουν όλες οι γενεές, διαλεγμένη να γίνει κατοικία του Θεού». Όταν άκουσε την ευχάριστη είδηση κατέβηκε από το όρος ο Ιωακείμ γεμάτος χαρά και ευφροσύνη στην καρδιά. Ανέλπιστα η άκαρπη κοιλιά της Άννας έγινε γόνιμη, μετά την ανθρώπινη επαφή. Και αφού πέρασε το διάστημα των εννέα μηνών γέννησε την πανάχραντη Παρθένο και Θεοτόκον Μαρίαν, που έγινε αφορμή της σωτηρίας του κόσμου…
Απόσπασμα από τον λόγο στα Εισόδια της Υπεραγίας Θεοτόκου του Αγίου Ταρασίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως