ΑΠΟ ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ:Η ΠΕΙΝΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ
[+ΔΕΥΤΕΡΑ 24/10/2022 +ΩΡΑ 7.00 μ.μ. -Η ΚΑΘΙΕΡΩΜΕΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΝ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ -ΜΕ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΗ ΟΝΟΜΑΤΩΝ-.+ΩΡΑ 8.00 μ.μ. ΕΝΑΡΞΗ ΙΕΡΑΣ ΑΓΡΥΠΝΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΤΟΥ ΜΥΡΟΒΛΗΤΟΥ!]
Όλα τα μέρη μαστίζονταν από την πείνα, ιδίως δε η Θεσσαλονίκη κινδύνευε να αφανισθεί.
Ο Μέγας Δημήτριος δεν άφησε την πόλη να αφανισθεί. Κάποιος πλοίαρχος, ο όποιος εμπορευόταν σιτάρι, φόρτωσε εκείνο τον καιρό το πλοίο του για να το μεταφέρει στην Ευρώπη. Τη νύκτα λοιπόν φάνηκε ο Άγιος Δημήτριος στον ύπνο του και του είπε:
— Το σιτάρι αυτό που υπολογίζεις να το πας;Ο πλοίαρχος απεκρίθη:
— Στην Ευρώπη σκοπεύω να το πάω, αν το θέλει ο Θεός.
Ο Άγιος του είπε:
— Άκουσε με, να το φέρεις στη Θεσσαλονίκη και να το πουλήσεις όπως θέλεις, διότι υπάρχει πολλή πείνα και ακρίβεια. Και πάρε αμέσως τρία φλουριά και φέρε το φορτίο εκεί για να λάβεις το υπόλοιπο της αξίας του.
Το πρωί ξύπνησε ο πλοίαρχος και είδε στα χέρια του τρία φλουριά. Είπε προς τους άλλους ναύτες: Απόψε είδα στον ύπνο μου έναν νέο στρατιώτη, ο όποιος είπε να πάμε το σιτάρι στη Θεσσαλονίκη. Και να! Μου έδωσε και τρία φλουριά σαν εγγύηση. Θέλετε να το πάμε εκεί; Διότι μου είπε πως υπάρχει μεγάλη πείνα στη Θεσσαλονίκη και πως θα κερδίσουμε περισσότερα απ’ ό,τι στην Ευρώπη. Στην Ευρώπη πηγαίνουν και άλλα πλοϊα, ένω προς τη Θεσσαλονίκη μόνο εμείς.
Οι ναύτες προθυμοποιήθηκαν να μεταφέρουν το σιτάρι στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο διάβολος, θέλων να παρεμποδίσει την καλοσύνη τον Αγίου, ήγειρε τρικυμία, ώστε το πλοίο κινδύνευσε δύο φορές να βυθιστεί.
Όμως ο Μέγας Δημήτριος, όσες φορές καταλαμβάνονταν από την τρικυμία, εμφανιζόταν μπροστά τους και τους έδινε θάρρος και φαινόταν οφθαλμοφανώς στο πέλαγος και τους εδείκνυε το δρόμο. Έτσι, με τη βοήθεια του Θεού έφθασαν στη Θεσσαλονίκη. Μόλις άκουσαν οι Θεσσαλονικείς ότι ήλθε πλοίο με σιτάρι, δόξασαν τον Θεό και πήγαν στο λιμάνι, όπου πουλήθηκε το σιτάρι, όπως ήθελε ο Θεός και ο πλοίαρχος. Όταν ο πλοίαρχος διηγήθηκε το όραμα, οι Θεσσαλονικείς γνώρισαν πως ήταν ο Μέγας Δημήτριος, που διαφύλαξε την πόλη του.
Ο τυφλός της Κωνσταντινούπολης
Ένας άνθρωπος από την Θεσσαλονίκη πήγε στην Κωνσταντινούπολη και εκεί έπεσε σε μεγάλη ασθένεια, τυφλώθηκε και περπατούσε μέσα στην πόλη σκοντάφτοντας από τόπο σε τόπο και γυρεύοντας γιατρειά.
Θυμήθηκε τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο, και δεν έπαυε να παρακαλεί τον άγιο νύκτα και ήμέρα, και έλεγε: Μακάρι να ήμουν στην πατρίδα μου την Θεσσαλονίκη, να παρακαλέσω τον Άγιο και ήθελα ίατρευθή. Τη νύκτα φαίνεται στον ύπνο του ο Άγιος και λέγει: Γιατί είσαι, άνθρωπε, όλιγόπιστος, και νομίζεις, ότι μόνο στην πατρίδα μου φθάνω σ’ όποιον με επικαλεσθεί; Όχι, αλλά και εκεί και παντού φθάνω καλούμενος. Σήκω και σύρε στην εκκλησία της Θεοτόκου στον τόπο που ονομάζεται Οικονομείο, και εκεί θα με βρεις, και θα σου φανερωθώ, και αμέσως θα δεις το φως.
Ξύπνησε ο άνθρωπος εκείνος, και ρωτώντας βρίσκει την εκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου και ρώτα που είναι ζωγραφισμένος ο Άγιος Δημήτριος, και του λένε. Εδώ είναι η αγία του εικόνα. Πέφτει λοιπόν μπροστά στην αγία εικόνα ο τυφλός με πολλά δάκρυα έβρεχε το σώμα του και τη γη κι έλεγε:
– Δεν θα σταματήσω, άγιε του Θεού, να κυλιέμαι μπροστά στην αγία σου εικόνα, έως ότου γιατρεύσεις τα μάτια μου, για να δω τη θεία σου μορφή και ευπρέπεια.
Νύχτα ήταν και φαίνεται ο μάρτυς στον άνθρωπο εκείνο τον τυφλό, και πιάνει με τα δάκτυλα του τα μάτια τυφλού και τα ανοίγει ήσυχα. Ο Άγιος Δημήτριος λειτούργησε ως γιατρός και έσφιξε τα μάτια του τυφλού πολύ δυνατά και πόνεσαν τόσο που ο ασθενής ξύπνησε από τον ύπνο του έντρομος. Σήκωσε τα μάτια του στην είκόνα του αγίου Δημητρίου, και είπε:
– Σε βλέπω μάρτυρα του Χρίστου, βλέπω την θαυμαστή και γλυκειά εικόνα σου και σε ευχαριστώ, μεγαλομάρτυς Δημήτριε, διότι ελευθέρωσες τα μάτια μου από τα δάκρυα και τα πόδια μου από τα σκοντάματα. Και ετσι γιατρεύθηκε από τον άγιο ο άνθρωπος εκείνος. ‘Οταν τον είδαν όλοι οι άλλοι θαύμασαν.
[Πηγή: «oikad»]